6/3/17

Ο διάβολος τραγουδούσε τα μπλουζ, της κ. Λίλλυς Σπαντιδάκη


Ας ξεκαθαρίσω από την αρχή μερικά πράγματα: 
1. Δεν ακούω μπλουζ, ούτε τζαζ, δεν μου αρέσουν.
2.  Δεν γνωρίζω πολλά για την ιστορία της «ένταξης» των μαύρων στην Αμερικανική κοινωνία, ειδικά την περίοδο του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Εννοώ, έχω δει κανά δυο ταινίες και μέχρι εκεί. Το μόνο που ξέρω είναι ότι τους θεωρούσαν κάτι λιγότερο από σκυλιά (σε γενικές γραμμές) ή τουλάχιστον αυτή την εντύπωση έχω και μπορεί να είναι και τελείως λάθος.
3. Μου αρέσουν πολύ οι ιστορίες με οικοτροφεία, πιστεύω ότι η ατμόσφαιρα εγκλεισμού δημιουργεί ιδανικές συνθήκες για βιβλία μυστηρίου ή θρίλερ.
Αυτά. Πάμε στο Διάβολο με τα μπλουζ του τώρα.
Έχω διαβάσει και το «Χωρίς σκηνή» της κ. Σπαντιδάκη, οπότε δεν ήταν η πρώτη μου επαφή με τον τρόπο γραφής της. Ο οποίος είναι ωραίος. Κοφτός όπου χρειάζεται, με νεύρο (ένταση), σύγχρονος. Σαν να μιλάς με έναν φίλο σου (αρσενικού γένους, χρησιμοποιούν άλλο λεξιλόγιο οι άντρες, λίγο πιο χυδαίο από τον μέσο όρο των γυναικών) που σου διηγείται κάτι, έχει καταφέρει και έχει αποτυπώσει στο χαρτί την ομορφιά του απλού προφορικού λόγου και αυτό μου άρεσε πάρα πολύ. Ακόμη και στα σημεία που δεν είχε διαλόγους η περιγραφή ήταν ζωντανή, σαν ταινία. 
Η πλοκή διαδραματίζεται σε δύο ξεχωριστούς τόπους και χρόνους: ένα οικοτροφείο στη Σκωτία τέλος της δεκαετίας του 40 και στη Νέα Ορλεάνη της δεκαετίας το 40 και του 60. Αν και υπάρχουν αρκετοί πρωταγωνιστές, ο χαρακτήρας του καθενός είναι διαφορετικός και δίνεται με τόσο σαφή τρόπο που δεν τους μπέρδεψα καθόλου, καθένας είχε διακριτό ρόλο στην πλοκή (συνήθως όταν η ιστορία περιστρέφεται γύρω από 5 ή έξι άτομα χάνω το μπούσουλα και αναρωτιέμαι «ποιος είναι αυτός είπαμε;». αλλά εδώ δεν συνέβαινε αυτό).
Διαβάζοντας την περίληψη ξεκίνησα προκατειλημμένη εναντίον της Ζόλα στο τέλος όμως την αγάπησα πολύ, όπως και όλους τους άλλους, καθέναν για διαφορετικούς λόγους. Η ιστορία με παρέσυρε, άκουγα ταυτόχρονα και τα τραγούδια με τα οποία έχει «ντυθεί» το κάθε κεφάλαιο και γενικά μπορώ να πω ότι χάρηκα πολύ που διάβασα αυτό το βιβλίο. 
Σαν γενικό συμπέρασμα μπορώ να πω ότι χαίρομαι που υπάρχουν νέοι συγγραφείς των οποίων η γραφή είναι διαφορετική και τολμούν και ασχολούνται με τόσο διαφορετικά θέματα: δεν μπορώ να θυμηθώ άλλο βιβλίο στο οποίο η αγάπη να δίνεται με τόσο διεστραμμένο τρόπο και με τέτοια ολέθρια αποτελέσματα. Τα συγχαρητήριά μου στη συγγραφέα.
Όμως θα ήθελα την επόμενη φορά (ίσως στην ανατύπωση του βιβλίου) να είναι λίγο πιο προσεγμένη η επιμέλεια, υπάρχουν κάποια λίγα σημεία στα οποία λόγω συντακτικών λαθών διέκοπτα τη ροή της ανάγνωσης και ξαναδιάβαζα την πρόταση για να βεβαιωθώ ότι κατάλαβα σωστά. Είναι κρίμα γιατί η ιστορία είναι πολύ δυναμική και σε παρασύρει. 

Flashback σε παρελθοντικές ιστορίες: (είμαστε και μιας ηλικίας και αρχίσαμε να αναπολούμε το παρελθόν, τι να κάνουμε;)
Ακούγοντας κάποια από τα κομμάτια με τα οποία έχει ντύσει τα κεφάλαια η συγγραφέας μου ήρθε στο μυαλό μια παλιά συνάδελφος η οποία άκουγε μπλουζ και τζαζ (εγώ άκουγα ροκ και μέταλ) και όποτε ήθελε να βάλει μουσική μια από τις δύο «μαλώναμε». Θυμάμαι να της λέω ότι δεν είμαι η γιαγιά μου για να ακούω τέτοια μουσική και αυτή να μου φωνάζει ότι «για να αρχίσει να σου αρέσει αυτή η μουσική θα πρέπει κάποιος να σου βάλει να ακούσεις τα σωστά κομμάτια, δεν γίνεται με τυχαίους τίτλους από το ίντερνετ». Νομίζω είχαν τα ίδια γούστα με την κ. Σπαντιδάκη, τη θυμήθηκα πολλές φορές στην πορεία. 

Βαθμολογία: 9/10 

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου: 
1963. Νέα Ορλεάνη. Η χρονιά που δολοφονείται ο Κένεντι. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ προκαλεί την κοινωνία με το «Έχω ένα όνειρο». Οι Μπίτλς κυκλοφορούν το «Please, please me». Τότε που ακόμα το χρώμα της επιδερμίδας καθορίζει την ταυτότητα και το μέλλον σου.
Ζόλα: Φιλόδοξη. Αποφασισμένη. Σατανική. Μαύρη.
Τραγουδάει τα μπλουζ. Ονειρεύεται να γίνει η επόμενη Έττα Τζέιμς.
Τζέικομπ: Κυνικός.
Νίκολας: Καλόβολος.
Άλεξ: Εκκεντρικός.
Πίτερ: Γόης.
Μαρκ: Λογικός.
Λευκοί. Συναντήθηκαν στο οικοτροφείο, όπου έστελναν τα πλουσιόπαιδα. Τους ένωσαν παιδιάστικες φάρσες. Τους έδεσε ένα ανομολόγητο μυστικό.
Η Ζόλα ξέρει το μυστικό. Ο Μαρκ κρέμεται από το μικρό της δαχτυλάκι.
Μια ιστορία έρωτα και παράνοιας γεμάτη τζαζ, κρυφά μυστικά, βουντού και θάνατο. Μια ιστορία εκδίκησης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου