24/1/18

Οι καλοί, της Hannah Kent


Βρισκόμαστε σε ένα μικρό χωριό στην Ιρλανδική ύπαιθρο το έτος 1825. Το βιβλίο ξεκινάει με το ξαφνικό θάνατο του συζύγου της Νόρας, η οποία πλέον πρέπει μόνη της να μεγαλώσει τον τετράχρονο εγγονό της Μίχολ που πάσχει από σοβαρότατη ασθένεια (δεν στέκεται στα πόδια του και δεν επικοινωνεί). Φέρνει στο σπίτι την δεκατετράχρονη (περίπου) Μαίρη για να τη βοηθά με τις δουλειές του σπιτιού και τη φροντίδα του Μίχολ. Σε μια καλύβα πάνω στην κορυφή του λόφου μένει η Νανς, η γριά μαμή του χωριού, η οποία έχει "τη γνώση και το χάρισμα να γιατρεύει". Αυτοί είναι οι βασικοί πρωταγωνιστές της ιστορίας.
Σε όλο το βιβλίο κυριαρχούν οι θρύλοι και οι δοξασίες της Ιρλανδίας εκείνης της εποχής, όταν οι άνθρωποι από τη μία πίστευαν στο Χριστιανισμό και από την άλλη δεν είχαν απομακρυνθεί ολότελα από τους πατροπαράδοτους θρύλους και τις δοξασίες. Έτσι, όταν κάποιος αρρώσταινε βαριά στην αρχή στρέφονταν στον γιατρό και τον παπά, και όταν αυτοί δήλωναν αδυναμία να βοηθήσουν τον λόγο είχε η Νανς, που χρησιμοποιώντας τις δυνάμεις της, βότανα και "λόγια" προσπαθούσε να γιατρέψει τον άρρωστο.
Είναι καταπληκτική η μεταφορά συναισθημάτων από τη συγγραφέα προς εμάς. Η απόγνωση της Νόρας, η στεναχώρια της, η αγάπη της προς τους οικείους της που έχασε, έχουν μεταφερθεί με εξαιρετικό τρόπο. Το ίδιο και τα αισθήματα της Μαίρης. Είδα την απόγνωση σε όλους τους ήρωες, ακόμη και σε αυτούς που έχουν δευτερεύοντες ρόλους, οπότε αυτό που μου έμεινε ως κυρίαρχο συναίσθημα είναι ένα σφίξιμο και μια στεναχώρια στην καρδιά.
Επίσης εξαιρετική είναι η μεταφορά εικόνων, διαβάζοντας ήταν σαν να έβλεπα μπροστά μου τους χώρους όπου διαδραματίζονταν τα γεγονότα, κάποιες στιγμές ακόμη και οι μυρωδιές ήταν σαφείς μέσα στο μυαλό μου.
Είναι φανερό ότι η συγγραφέας έκανε έρευνα πριν γράψει το βιβλίο. Οι δοξασίες και οι τελετουργίες που περιγράφει είναι πολλές και σαφείς, δεν αφήνουν κενά. Ίσως μάλιστα να είναι υπερβολικές σε αριθμό για τον όγκο του βιβλίου, πραγματικά έμεινα με την εντύπωση ότι εκείνη την εποχή στη συνείδηση των χωρικών της Ιρλανδίας κυριαρχούσαν οι θρύλοι και ζούσαν σύμφωνα με αυτούς, είχαν πολύ μεγάλη σημασία για την καθημερινότητά τους.
Οπωσδήποτε πρέπει να τονίσω ότι μου έκανε πολύ καλή εντύπωση η μετάφραση. Η κυρία που μετέφρασε το βιβλίο κάθισε και βρήκε πολύ ταιριαστές λέξεις για να περιγράψει τα πάντα, ίσως να έχει εφεύρει λέξεις και μέσα από το μυαλό της που όμως αποδίδουν πλήρως την εικόνα και το νόημα που πρέπει να δημιουργηθεί σε κάθε περίπτωση.

Βαθμολογία: 10/10

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου: 

Κομητεία του Κέρι. Ιρλανδία, 1825. Συντετριμμένη από τον θάνατο του συζύγου της, Μάρτιν, η Νόρα βρίσκεται ολομόναχη να φροντίζει τον εγγονό της, Μίχολ, ένα παιδί ανήμπορο να περπατήσει και να μιλήσει. Πού είναι ο υγιής, ευτυχισμένος εγγονός της που γνώρισε όταν η κόρη της ήταν ακόμη ζωντανή;
Η Μαίρη έρχεται να βοηθήσει τη Νόρα στο σπίτι, ενώ διαδίδονται σκοτεινές ιστορίες για ανεξήγητες ατυχίες, ασθένειες, αλλά και φήμες που θέλουν τον Μίχολ να σπέρνει την κακοτυχία στην κοιλάδα.
Αποφασισμένες να απαλλαγούν από το κακό και να βοηθήσουν τον Μίχολ, η Νόρα και η Μαίρη επιστρατεύουν τη βοήθεια της Νανς, μιας ηλικιωμένης περιπλανώμενης γυναίκας που κατέχει τη γνώση και τα μυστήρια της παλιάς μαγείας.
Καθώς οι τρεις γυναίκες ελπίζουν να επαναφέρουν τον Μίχολ, ο ιδιαίτερος κόσμος τους με τα έθιμα, τα πιστεύω και τις τελετουργίες δημιουργεί γύρω τους έναν ασφυκτικό κλοιό· θα οδηγηθούν σ’ένα επικίνδυνο μονοπάτι και θα αναγκαστούν να αμφισβητήσουν όλα όσα γνωρίζουν.
Τοποθετημένο σ’ έναν χαμένο κόσμο που υπακούει στους δικούς του κανόνες, oι Καλοί της Hannah Kent είναι ένα εντυπωσιακό μυθιστόρημα για την απόλυτη πίστη και τη γεμάτη αφοσίωση αγάπη.



"Η Νανς έκλεισε τα μάτια της, μισάνοιξε το στόμα της κι άρχισε ένα σιγανό θρήνο, που έπνιξε τη χαμηλόφωνη κουβέντα των αντρών, όπως ένα δωμάτιο χωρίς αέρα πνίγει τη φλόγα. Ζάρωσε κουκουβιστά κατάχαμα και άρχισε να ταλαντεύεται μπρος- πίσω, με τα μαλλιά της λυμένα, λίγες λιανές τούφες στους ώμους της. Έκλαιγε χωρίς σταματημό, χωρίς λέξεις. Το μοιρολόι της ήταν κούφιο, γεμάτο φόβο. Της Νόρας της θύμισε την μπαν σι, την Καλή Κυρά που κλαίει το θάνατο πριν από το θάνατο......"

19/1/18

Κάτω απ' τη σκιά του Άθω, της Val o' teli


Βίκτωρας Κυριακόπουλος. Διάσημος φωτογράφος, κάτοικος Αγγλίας που πηγαίνει στη Σκιάθο για να φωτογραφήσει ότι του κάνει εντύπωση από το νησί. Είναι εκεί κοντά στα σαράντα, πολύ γοητευτικός, με ωραίους τρόπους, κατασταλαγμένος ως προς τις απαιτήσεις του από τη ζωή και εκ πεποιθήσεως εργένης. Κοινώς: ο άντρας που καμιά γυναίκα δεν θα ήθελε να ερωτευτεί όταν ονειρεύεται να δημιουργήσει οικογένεια. Αυτός είναι ο βασικός πρωταγωνιστής του βιβλίου, ή τουλάχιστον έτσι αφήνει η συγγραφέας να φανεί στην αρχή του βιβλίου. 
Στο πρώτο μέρος ο Βίκτωρας φτάνει στη Σκιάθο και γυρνάει στο νησί βγάζοντας φωτογραφίες. Ταυτόχρονα μας συστήνονται τα άτομα που θα τον πλαισιώσουν. Οι περιγραφές των χώρων που επισκέπτεται είναι εξαιρετικές, με κάνανε να θέλω να επισκεφτώ το νησί, άνοιξα το ίντερνετ και έψαχνα φωτογραφίες. Δεν είναι κουραστικές ούτε μοιάζουν με τουριστικό οδηγό, η συγγραφέας έχει καταφέρει να είναι τόσο περιγραφική όσο χρειάζεται ώστε να μου εξάψει την περιέργεια και να ψάξω μόνη μου για τον κάθε χώρο που επισκέπτεται και φωτογραφίζει ο Βίκτωρας.
Στο δεύτερο μέρος όμως όλα αλλάζουν. Το μυθιστόρημα γίνεται πολυπρόσωπο, τα άτομα που μας συστήθηκαν στο πρώτο μέρος αναλαμβάνουν σημαντικό ρόλο στην πλοκή  και μέσω του χαρακτήρα και της προσωπικής ιστορίας καθενός από αυτούς τίθενται σημαντικά θέματα που αφορούν κοινωνικούς προβληματισμούς. Πιστεύω ότι καθένας θα βρει κοινά στοιχεία με κάποιο από τα πρόσωπα που αναφέρονται και θα αναγνωρίσει σκέψεις και συναισθήματα που βίωσε κάποια στιγμή της ζωής του. Αγαπημένη μορφή η "γριά", η Γραμματική, που έχοντας ζήσει όλο τον πόνο που της αναλογούσε σε αυτή τη ζωή έχει μόνο κακές κουβέντες να πει σε όλο τον κόσμο (τη συμπόνεσε η ψυχή μου).
Σε γενικές γραμμές το βιβλίο είναι γραμμένο όμορφα, η ιστορία κυλάει στρωτά και χωρίς πολλές εντάσεις και τα κοινωνικά μηνύματα είναι άφθονα δίνοντας τροφή για σκέψη στους αναγνώστες.

Βαθμολογία: 6/10

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου: 

Σκιάθος 2011. Ο διάσημος φωτογράφος Βίκτωρας Κυριακόπουλος φτάνει από το εξωτερικό στο νησί του Παπαδιαμάντη για να καταγράψει με τον φακό του τις γνωστές και άγνωστες πλευρές του τόπου στο πλαίσιο του επόμενου επαγγελματικού του εγχειρήματος. Εκεί στη σκιά του Άθω (Σκιά + Άθως = Σκιάθος), παρακολουθούμε τις περιπλανήσεις του στο νησί, βλέπουμε πτυχές της ελληνικής πραγματικότητας και γινόμαστε μάρτυρες μιας διαδρομής που κινείται σε δύο επίπεδα:
Το πρώτο είναι αυτό της καλλιτεχνικής αγωνίας, που ψάχνει τρόπους για να βρει έκφραση σε ένα μέρος προικισμένο από τη φύση, αλλά εγκλωβισμένο ταυτόχρονα στη φήμη του ως τουριστικός προορισμός.
Το δεύτερο είναι αυτό της εσωτερικής αναζήτησης του ήρωα, ο οποίος ψάχνει εναγωνίως απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Μέσα από τα μάτια του και, κυρίως, μέσα από τον φακό του παρακολουθούμε, σαν σε ταινία, την κοινωνία των ανθρώπων σε κάθε μορφή έκφρασής της και, αναπόφευκτα, αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας ή μέρος αυτού στην πληθώρα των χαρακτήρων που ο ήρωας συναντάει και συναναστρέφεται. Παράλληλα, γνωρίζουμε μέρη και σημεία του νησιού, τα οποία συνθέτουν τη μεγάλη εικόνα που επιθυμεί ο ήρωας να οικοδομήσει, όπως επίσης και κομμάτια της ιστορίας του νησιού μέσα από τις περιπλανήσεις του, εκεί που συνήθως ο μέσος ταξιδιώτης δεν επιχειρεί να φτάσει, καθώς και την καταγραφή των ηθών και εθίμων της ελληνικής κουλτούρας και παράδοσης.
Το τέλος αυτού του ταξιδιού σημαδεύεται από ένα αναπάντεχο γεγονός, το οποίο, μέσα από την τραγικότητά του, οδηγεί τον ήρωα στις απαντήσεις που έμεναν χρόνια εκκρεμείς, μετατρέποντας τον δρόμο του γυρισμού σε ένα λυτρωτικό ταξίδι αυτογνωσίας και εσωτερικής γαλήνης.
Εκεί, κάτω απ’ τη σκιά του Άθω, πάνω στο πλοίο της επιστροφής, ο Βίκτωρας Κυριακόπουλος αναγνωρίζει για πρώτη φορά τη δύναμη της ανθρώπινης φύσης να επιβάλει το φως πάνω στο σκοτάδι.


17/1/18

Χωρίς πρόσωπο, του Stefan Ahnhem


Δεν μου άρεσε. Υπήρχαν κάποια σημεία που ήταν πολύ καλό αλλά σε γενικές γραμμές δεν μου φάνηκε ενδιαφέρον. Σίγουρα η ιδέα είναι πολύ καλή, περνάει και καταπληκτικά μηνύματα για τον σχολικό εκφοβισμό, την αδιαφορία γονιών, δασκάλων και συμμαθητών και πραγματικά ελπίζω να το διαβάσει πάρα πολύς κόσμος ώστε τα μηνύματά του να πιάσουν τόπο, αλλά ο τρόπος γραφής του κ. Ahnhem δεν μου ταίριαξε καθόλου.
Δεν μου άρεσε ο τρόπος που περιγράφει τη λειτουργία της σουηδικής Αστυνομίας. Τους περιέγραφε σαν να βαριούνται να δουλέψουν. Κατά τύχη πιάσανε τον δολοφόνο, όλοι ήταν ελαφρώς αδιάφοροι, ή έτσι μου φάνηκε εμένα. Και ο πρωταγωνιστής δεν μου άρεσε, δεν μπορώ να εξηγήσω σχεδόν καμία από τις ενέργειές του, δεν λειτουργούσε με τρόπο αποδεκτό για οποιαδήποτε ομάδα χώρια που ήταν τυχερός και τον βοηθούσαν όλοι χωρίς να υπάρχει προφανής λόγος.
Επίσης, δεν ξέρω τίποτα για τις σχέσεις μεταξύ Σουηδίας και Δανίας. Δεν ξέρω τον τρόπο με τον οποίο συνεργάζονται οι Αστυνομίες δύο χωρών, δεν ξέρω και από "καλή γειτονία" χωρών. Λόγω τόπου κατοικίας όταν διαβάζω για σχέσεις δύο χωρών αυτόματα ανάγω την κατάσταση στη σχέση που έχουμε εμείς με την Τουρκία, οπότε δεν μπορώ να καταλάβω τις ενέργειες της Δανής αστυνομικού.
Τέλος, είχα την αίσθηση ότι κάποιος επέβαλλε στο συγγραφέα να μεγαλώσει το κείμενό του, ειδικά προς το τέλος μου φαινόταν ότι διαβάζω την ίδια πρόταση με άλλες λέξεις πολλές φορές.
Τι μου άρεσε; Έλα ντε. Το μήνυμα για το bullying θα πω. Και ο τρόπος που περιέγραφε χώρους και πρόσωπα. Αυτά.
Πολλές φορές αναρωτήθηκα αν θα πρέπει να το αφήσω στην άκρη και να το διαβάσω άλλη φορά, μήπως δεν είχα όρεξη για αστυνομικό, μήπως συνέβαινε κάτι άλλο. Όμως όχι, τίποτα τέτοιο δεν συνέβαινε, πραγματικά είχα όρεξη για αστυνομικό (για αυτό και θύμωσα που δεν μου άρεσε), ούτε είχε κάτι η διάθεση και η ψυχολογία μου, όλα μια χαρά ήταν. Απλά δεν μου άρεσε το βιβλίο.

Βαθμολογία: 4/10, μη σου πω και 3/10 επειδή περίμενα περισσότερα.

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου: 
ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ…
Δύο άντρες είναι νεκροί. Και οι δύο είχαν κατηγορηθεί για σχολικό εκφοβισμό στα μαθητικά τους χρόνια. Στον τόπο του εγκλήματος έχει βρεθεί ένα και μοναδικό στοιχείο: μία φωτογραφία της τάξης του 1982, με το πρόσωπο του πρώτου άντρα διαγραμμένο.

ΕΝΑΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΠΟΥ ΑΡΝΕΙΤΑΙ ΝΑ ΤΑ ΠΑΡΑΤΗΣΕΙ…
Ο Φάμπιαν Ρισκ συμμετέχει στην έρευνα και έχει μόλις επιστρέψει στην πόλη όπου μεγάλωσε. Είναι όμως κι ένα από τα παιδιά της φωτογραφίας. Νόμιζε ότι είχε αφήσει πίσω τα σχολικά του χρόνια, τώρα όμως αρχίζει να μετράει πτώματα των συμμαθητών του.
Το κάθε πτώμα θέλει να πει κάτι. Όλα φαίνονται προσχεδιασμένα από έναν ευφυέστατο δολοφόνο. Κάποιος έχει αποφασίσει να σκοτώσει και τους είκοσι πρώην συμμαθητές. Ο Φάμπιαν Ρισκ ίσως είναι το επόμενο θύμα αλλά και ο βασικός ύποπτος…

Θυμίζει τον Χένινγκ Μανκέλ (Ο κόσμος του Κουρτ Βαλάντερ) στα καλύτερά του.
Sunday Times

Συγκλονιστικό μέχρι το τέλος!
Braunschweiger Zeitung, Germany

Ένα έξυπνο, γεμάτο αδρεναλίνη θρίλερ! Για 600 σελίδες, ο αναγνώστης καθηλώνεται κυριολεκτικά από τη μοναδική πλοκή, που κατατάσσει το βιβλίο στα κορυφαία του είδους. Ο Ahnhem, με περισσότερα από 20 χρόνια εμπειρίας ως σεναριογράφος, είναι ένας εξαιρετικός αφηγητής και όλα δείχνουν πως θα είναι ο επόμενος Σουηδός βασιλιάς των θρίλερ.
Κριτική Επιτροπή Crimetime Specsavers Award

10/1/18

Ζωές του ανέμου, του Θοδωρή Παπαθεοδώρου


Με αυτό το βιβλίο κλείνει η διλογία που διαδραματίζεται λίγο πριν και κατά τη διάρκεια των ετών της δικτατορίας στην Ελλάδα (το πρώτο βιβλίο είναι το "Ζωές του φθινοπώρου" ). Αποτελεί συνέχεια του προηγούμενου τόμου αφού στην ουσία ξεκινάει από το σημείο που σταμάτησε η διήγηση στο τέλος του προηγούμενου βιβλίου οπότε θα πρότεινα να μη διαβαστεί μόνο του. 
Πλέον ο καθένας από τους ήρωες παίρνει το δρόμο του, όλες οι διαπροσωπικές σχέσεις ξεκαθαρίζουν, δεν παρουσιάζονται πολλά νέα πρόσωπα αλλά μαθαίνουμε την πορεία όσων γνωρίσαμε στο πρώτο βιβλίο. Μεγάλο βάρος δίνεται στα συναισθήματα, ενώ μαθαίνουμε και την προσωπική ιστορία πολλών που είχαν δευτερεύοντα ρόλο στην πλοκή του πρώτου βιβλίου και τώρα παίζουν σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις. 
Και μετά έρχεται η δικτατορία. Μπορεί ο συγγραφέας να δηλώνει στο σημείωμά του στον πρώτο τόμο ότι δεν είναι ιστορικό βιβλίο (όπως είναι η τετραλογία για τον εμφύλιο του ιδίου), υπάρχουν όμως μέσα αρκετά ιστορικά γεγονότα που βοηθούν και εμάς που δεν ζήσαμε εκείνη την εποχή να καταλάβουμε τι συνέβη, πώς επιβλήθηκε η δικτατορία και όσα γινόταν τότε. 
Εκτός από την πλοκή που μου άρεσε πολύ, να τονίσω ότι μου αρέσει εξίσου πολύ και η γραφή του κ. Παπαθεοδώρου. Η σύνταξη των προτάσεων και το λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί είναι εξαιρετικά. Μοναδική ένσταση όσον αφορά το βιβλίο: θα ήθελα να μάθω και για την τύχη των υπολοίπων πρωταγωνιστών, αν και δίνονται τα απαραίτητα στοιχεία ώστε να μαντέψω τι μπορεί να τους συνέβη. 

Βαθμολογία: 9/10

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου: 
Αθήνα, 1967
Η χρονιά των σκιών.
Χούντα, κυνηγητά, φυλακίσεις, εξορίες.
Σε μια λαϊκή γειτονιά κάτω από την Ακρόπολη, οι απλοί, συνηθισμένοι άνθρωποι ζουν με μόχθο την κάθε μέρα τους και υφαίνουν με ελπίδες τα όνειρά τους. Ο αφελής φοιτητής Λουκάς, η άτυχη εργάτρια Αργυρώ, ο ξεπεσμένος ιδιοκτήτης Κόμης, η σκοτεινή θεατρίνα Λόλα, ο γοητευτικός νοικάρης Αλέκος. Μέσα σε μια νύχτα, το κατακλυσμιαίο πέρασμα της Ιστορίας θα σαρώσει τις ζωές τους. Η επιφυλακτική Άννα, στιγματισμένη απ’ τον καταδικασμένο αντάρτη πατέρα της, θα ζήσει τον φλογερό έρωτα που πάντα ονειρευόταν μα είχε πάψει να καρτερά, θα βιώσει απόλυτα την πίστη και τη θυσία και θα παλέψει με νύχια και δόντια για να κρατήσει το παιδί που βλασταίνει μέσα της.
Οι «Ζωές του Ανέμου» είναι η γλυκόπικρη αναπαράσταση μιας ολόκληρης εποχής και το πορτρέτο μιας κυνηγημένης γενιάς. Μα πάνω απ’ όλα είναι ένα συγκινητικό μυθιστόρημα για τη μνήμη και την αγάπη.

4/1/18

Ζωές του φθινοπώρου, του Θοδωρή Παπαθεοδώρου


Το βιβλίο "Ζωές του φθινοπώρου" είναι το πρώτο μέρος μιας διλογίας που διαδραματίζεται τα χρόνια πριν τη δικτατορία στην Αθήνα. Τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν είναι πολλά, όλοι ο ένοικοι μιας πολυκατοικίας και κάποιοι ακόμη που σχετίζονται με τους ενοίκους. Η αφήγηση είναι στο τρίτο πρόσωπο, με τον συγγραφέα να μας εξιστορεί γεγονότα, σκέψεις και συναισθήματα για λογαριασμό των ηρώων του. 
Μια πολύ όμορφη εικονική αναβίωση της ζωής στην μεταπολεμική Αθήνα, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι πάλευαν για ένα πιάτο φαγητό και ένα κατάλυμα για να κοιμούνται. Οικογένειες ρημαγμένες από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και (κυρίως) από τον εμφύλιο, παιδιά που αναγκάστηκαν να πάρουν πρόωρα τη ζωή στα χέρια τους και να γίνουν κηδεμόνες για τα αδέρφια τους, γονείς που θυσιάζονται μια ζωή για να αναθρέψουν το παιδί τους. Πόρνες, κλέφτες, ξεπεσμένοι αριστοκράτες... Όλοι μας ανοίγουν την πόρτα και μας αφήνουν να παρακολουθήσουμε τη ζωή και τον καθημερινό αγώνα τους για επιβίωση αλλά και τις ελπίδες τους για ένα καλύτερο αύριο.
Φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει από την αφήγηση η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα της εποχής. Οι "αριστεροί" έχουν σταματήσει να διώκονται (επίσημα) αλλά τα κοινωνικά φρονήματα παίζουν ακόμη σημαντικό ρόλο στην επαγγελματική αποκατάσταση και τις διαπροσωπικές σχέσεις. Δεν υπάρχει μέσα στο βιβλίο παράθεση γεγονότων, δεν είναι ιστορικό το μυθιστόρημα, δίνονται όμως τα στοιχεία που πρέπει ώστε να μπορούμε και εμείς που δεν τα ζήσαμε εκείνα τα χρόνια να καταλάβουμε τις συνθήκες. 
Ο τίτλος "Ζωές του φθινοπώρου" ταιριάζει απόλυτα με την πλοκή και την ατμόσφαιρα που δημιουργεί το μυθιστόρημα πάντως, μπράβο σε όποιον το σκέφτηκε. 


Βαθμολογία: 8/10

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου: 
Αθήνα, 1966
Η πλατεία Ηρώων, η οδός Ήβης, η οδός Νυμφών, τόποι και δρόμοι σαν όλους τους τόπους και δρόμους της Αθήνας, μικροί, ασήμαντοι, λυπημένοι, τυραννικοί, μα κι απέραντα τρυφεροί. Έχουν πολλή σκόνη, πολύ βάσανο, πολλές γυναίκες, πολλά παιδιά, πολλή φασαρία και πολλή σιωπή. Σ’ αυτούς τους δρόμους γεννιούνται και πεθαίνουν οι επιθυμίες και τα όνειρα των ανθρώπων που έρχονται κάθε δειλινό με το γλυκό αεράκι και χάνονται κάθε αυγή με τη θλιβερή σειρήνα της φάμπρικας.
Οι ελπίδες του νεαρού Λουκά, η νοσταλγία του ξεπεσμένου «Κόμη», ο αδιέξοδος έρωτας του μεσόκοπου Αγησίλαου, η γονατισμένη ζωή της εργάτριας Αργυρούλας, ο σκληρός Βλάσης και η εξαπατημένη Φρόσω, η απογοήτευση της Άννας που ικετεύει για δυο λέξεις τρυφερές, ο φιλότιμος Σπύρος κι ο γοητευτικός Αλέκος που την πολιορκούν, αλλά κι η θεατρίνα, ο χαφιές, ο τραμπούκος, οι παπατζήδες, οι πόρνες, οι ιδρωμένοι άντρες στα μηχανουργεία και οι γυναίκες που βρίζονται στα κεφαλόσκαλα, προτού αγκαλιαστούν και σταυροφιληθούν ξανά αλλάζοντας λόγια συγγνώμης κι αγάπης.
Ζωές γλυκές και ζωές φαρμακωμένες, αξιοπρεπείς και μικρόψυχες, τραχιές και τρυφερές. Άλλες εύκολες, άλλες δύσκολες, άλλες ακύμαντες κι άλλες φουρτουνιασμένες. Ζωές ασπρόμαυρες, γρατζουνισμένες, φθαρμένες, μα και ζωές ανυπόφερτα νοσταλγικές.

3/1/18

Τουρίστες στην ομίχλη, του Βαγγέλη Μαργιωρή



Με αφορμή την επίσκεψη 5 Αμερικανών στην Ελλάδα ο συγγραφέας περιγράφει καταστάσεις αρκετά συνηθισμένες για εμάς, που όμως προκαλούν έκπληξη στους ανυποψίαστους ξένους. 


Λοιπόν. Έχουμε 5 Αμερικάνους τους οποίους παίρνουμε από την Αμερική και τους φέρνουμε στην Ελλάδα τον Ιούνιο. Τους μοιράζουμε στη χώρα ως εξης: τους τρείς τους πάμε στην Αθήνα και τους αφήνουμε εκεί να δουν τα αξιοθέατα και να πάνε και για μπάνιο σε ελληνικό νησί. Τους άλλους δύο τους πάμε στην Κρήτη (και μάλιστα στα Σφακιά) και τους παρατάμε στην ησυχία τους να ετοιμαστούν για το γάμο τους, αφού ο άντρας έχει καταγωγή και οικογένεια εκεί.

Οκ. Στη θεωρία όλα εύκολα είναι, τα προβλήματα αρχίζουν όταν οι κακόμοιροι προσπαθούν να εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους. Αυτούς τους καημένους που θέλουν τουρισμό τους κυνηγάνε όλα τα κακά της μοίρας τους και μέσα σε τρεις μέρες δοκιμάζουν όλα τα άσχημα της σύγχρονης Ελλάδας. Για βόλτα ξεκινάνε και καταλήγουν στο νοσοκομείο ή στο Αστυνομικό Τμήμα ...γενικά δεν είναι να τους πεις και τυχερούς (ούτε και να τους έχεις εμπιστοσύνη ότι θα εμφανιστούν στο σημείο που πρέπει με τη γκίνια που τους δέρνει). Εδώ πρέπει να πω ότι ο συγγραφέας κατάφερε να μην φαίνονται τραβηγμένες οι καταστάσεις που περιγράφει, αν και θα ήταν πολύ εύκολο να πέσει σε αυτή την παγίδα. Εκτός όμως από τα άσχημα γνωρίζουν και πολλά όμορφα όπως την ελληνική φύση, τη φιλοξενία και κάποιες εξαιρετικά αστείες προκαταλήψεις* 

Εξαιρετική βρίσκω επίσης και την επιλογή της Κρήτης ως χώρο για να γίνει ο γάμος. Ακόμη και για εμάς τους Έλληνες οι Κρητικοί και τα έθιμά τους είναι (ας πούμε με μια υπερβολή στη λέξη) "μύθος". Η εικόνα που έχω εγώ στο μυαλό μου αποδόθηκε πλήρως. Οι στενές οικογενειακές σχέσεις, οι μπαλοθιές, η προστασία της οικογενειακής τιμής, το τραπέζωμα και η ρακή. 

Ωχ, η ρακή. Έχετε αρνηθεί σε Κρητικό να πιείτε ρακή όταν κερνάει; Εγώ το έκανα. Μία φορά, επειδή μία φορά είναι πάντα αρκετή για να μαθαίνουμε από τα λάθη μας. **

Γενικά το βιβλίο είναι καλογραμμένο, διαβάζεται ευχάριστα και με άφησε με ένα χαμόγελο. 



* Με τον παπά ακόμη γελάω- εμείς μικρά όταν βλέπαμε παπά στο δρόμο χτυπούσαμε όποιον φίλο ήταν δίπλα μας και φωνάζαμε "ΠΑΡΕ ΠΑΠΑ" . Ναι, τόση χαζομάρα. 



** Με κοίταξε. Στα μάτια. Τι ποιός μωρέ, ο συμφοιτητής μου ο Κρητικός που έφερε ρακή και ποτηράκια και κέρναγε όλο το τμήμα και εγώ είπα "Αχ ευχαριστώ, να' σαι καλά αλλά δεν θέλω, δεν μου αρέσει "

Κρητικός Συμφοιτητής: Δεν σου αρέσει η ΔΙΚΗ ΜΟΥ η ρακή ;

Θρασύτατη Βίκυ: Όχι καλέ, όλες οι ρακές ....

Κρητικός Συμφοιτητής: ........(γέμισε το ποτηράκι, άπλωσε το χέρι προς εμένα και με κοίταξε)

Προβληματισμενη Βίκυ: Εχμμμμμ (από μέσα μου: "τι έπαθε καλέ αυτός και με κοιτάει έτσι ; ")

Κρητικός Συμφοιτητής: ....... (δεν μίλαγε, με κοίταζε δίνοντας μου το ποτηράκι)

ΠΟΛΥ προβληματισμενη Βίκυ: (από μέσα μου πάντα- δεν είσαι σοβαρή που θα μιλήσω κιόλας να προκαλέσω κι άλλο τη μοίρα μου : "ωχ, την πατήσαμε" )

Κρητικός Συμφοιτητής: .... (τα ίδια, με κοίταζε)

Αποφασισμένη Βίκυ: Πλάκα σου έκανα καλέ , γιααααα φέρε να δοκιμάσω πώς την φτιάχνεις τη ρακή (τσαααακ, παρ το κάτω το σφηνάκι, άσπρο πάτο- τη γλιτώσαμε και σήμερα).

Βαθμολογία: 8/10


Το οπισθόφυλλο του βιβλίου: 

Πέντε Νεοϋορκέζοι επισκέπτονται την Ελλάδα με στόχο να τελέσουν έναν υπέροχο γάμο και να περάσουν ονειρικές μέρες διακοπών. Τι γίνεται όμως όταν το καλά σχεδιασμένο πρόγραμμα των διακοπών, πρέπει να εφαρμοστεί στη χώρα του, "όπως να 'ναι, όποτε να 'ναι, όπου να 'ναι"; Πώς μπορούν να συγκεραστούν οι απόψεις περί γάμου, ανάμεσα σε μια νύφη από το Μπρούκλιν και μιας οικογένειας από τα Σφακιά; Μπορούν άραγε ο αστυνομικοί να δέρνουν λιγότερο και οι διερχόμενοι παπάδες να μη φέρνουν γρουσουζιά; Τέτοια ερωτήματα θα κληθούν να απαντήσουν οι πέντε φίλοι, ενώ ταυτόχρονα θα ανακαλύψουν πόσο ερωτικό υπόβαθρο μπορεί να δημιουργήσει το χάος.