Η Έμα, η έφηβη πρωταγωνίστρια, μετά το θάνατο των γονιών της πηγαίνει να ζήσει με τη γιαγιά της σε μια νέα πόλη. Το πρόβλημα είναι ότι δεν την ξέρει καθόλου τη γιαγιά, οι γονείς της είχαν διακόψει κάθε σχέση μαζί της, οπότε όλα είναι καινούρια και δύσκολα για αυτήν. Με πρωτοπρόσωπη αφήγηση μας περιγράφει τη νέα της ζωή αλλά και κάποιες στιγμές από το παρελθόν της, μας μιλά για τον τρόπο που την αντιμετωπίζουν τα παιδιά στο νέο σχολείο, την δυσκολία να κάνει φιλίες, το πόσο ζορίζεται να προσαρμοστεί στα μαθήματα και στους νέους καθηγητές.
Αλλά και μέσα στο σπίτι όλα είναι διαφορετικά από ό,τι ήξερε. Η γιαγιά φέρεται πολλές φορές περίεργα, βάζει πινελιές μαγείας πολλές φορές μέσα στη μέρα, της μιλά για το παρελθόν της και προσπαθεί με τον δικό της τρόπο να τη βοηθήσει να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα. Γιατί, εκτός από τις αλλαγές στην οικογενειακή κατάσταση της Έμα, ταυτόχρονα η χώρα περνά από ένα δικατορικό καθεστώς σε ένα δημοκρατικό, και αυτό από μόνο του φέρνει πολλές και σημαντικές αλλαγές στην καθημερινότητα όλων των πολιτών, από τις οποίες δεν είναι δυνατό να εξαιρεθούν η Έμα και η γιαγιά της.
Είναι πολύ ωραίο το βιβλίο, καλογραμμένο και πλήρες. Μόνο λίγο στο τέλος σαν να έκλεισε απότομα, έτσι μου φάνηκε.
Βαθμολογία: 8/10
Το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Ένα βαθιά πολιτικό μυθιστόρημα με την απειλητική και συνάμα ελπιδοφόρα ατμόσφαιρα ενός παραμυθιού.
Η δεκατριάχρονη Έμα μεγαλώνει σε μια χώρα της Ανατολικής Ευρώπης με δικτατορικό καθεστώς, όπου η καταπίεση δεν έχει τέλος. Όταν οι γονείς της σκοτώνονται, μπαίνει σε ορφανοτροφείο, αλλά πολύ σύντομα την παίρνει από εκεί η γιαγιά της, μια ηλικιωμένη γυναίκα την οποία η Έμα γνωρίζει για πρώτη φορά.
Και ενώ η πατρίδα της συγκλονίζεται από μια βίαιη επανάσταση, η Έμα –σαν μαθητευόμενη μάγισσα– αρχίζει να μαθαίνει τους τρόπους της Γιαγιάς, που ξέρει να λέει το φλιτζάνι, μπορεί να πληγώνει ή να γιατρεύει ανθρώπους κατά βούληση και μοιράζεται το σπίτι της με το φάντασμα του νεκρού άντρα της. Αλλά δεν είναι αυτός ο μοναδικός λόγος που οι περισσότεροι κάτοικοι της μικρής πόλης αντιμετωπίζουν τη Γιαγιά με καχυποψία και περιφρόνηση. Υποψιάζονται ότι αυτή και ο μακαρίτης σύζυγός της είχαν κάποια ανάμιξη στην εξαφάνιση επίσημων εγγράφων της μυστικής αστυνομίας του καθεστώτος.
Καθώς η Έμα μαθαίνει την ιστορία της οικογένειάς της, συνειδητοποιεί ότι πασπαλίζοντας την καθημερινότητα με λίγη μαγεία οι παππούδες της έβρισκαν μια διαφυγή από την ωμή πραγματικότητα.