20/3/20

Πατρίδα - Fernando Aramburu


Πριν πω τη γνώμη μου για όσα διάβασα στο βιβλίο αυτό, να ξεκαθαρίσω ότι δεν είμαι οπαδός της ισπανικής λογοτεχνίας, ούτε και με ενδιαφέρει ιδιαίτερα η ιστορία της Ισπανίας. Οπότε, ούτε και εγώ η ίδια δε γνωρίζω για ποιο λόγο μου κέντρισε τόσο πολύ το ενδιαφέρον, ιδιαίτερα αν σκεφτώ ότι τα περισσότερα βιβλία για τα οποία έχει γίνει αντίστοιχος ντόρος όταν τα διάβασα δεν μου άρεσαν. 
Λοιπόν. Ο προηγούμενος αιώνας όσον αφορά την Ευρωπαϊκή ιστορία ήταν πολυτάραχος. Πολλά από όσα έγιναν προς τα τέλη του τα έζησα (μέσω των δελτίων ειδήσεων) και τα θυμάμαι. Θυμάμαι και την ΕΤΑ, ήξερα ότι είναι μια οργάνωση που ήθελε την αυτονομία της Χώρας των Βάσκων και την απεξάρτησή της από την Ισπανία, και για να το πετύχει αυτό... έκανε ένοπλες επιθέσεις. Θυμάμαι και την εμφάνισή τους, καλυμμένοι πατόκορφα, ακόμη και το πρόσωπο καλυμμένο με μάσκες, να φαίνονται μόνο τα μάτια, μια εικόνα αρκούντως τρομαχτική για εμένα. Μέσα στο μυαλό μου ακούγονται ακόμη φράσεις όπως: "Την ευθύνη για την πολύνεκρη έκρηξη ανέλαβε η οργάνωση των Βάσκων αυτονομιστών ΕΤΑ). Αμυδρά, θυμάμαι ακόμη και την ενημέρωση ότι θα σταματήσουν την ένοπλη δράση. (Αυτά είναι τα πλεονεκτήματα του να είσαι αρκετά μεγάλος στην ηλικία. Και το να αναπολείς τα περασμένα πρήζοντας τον κόσμο με τις αναμνήσεις σου είναι ένα από τα μειονεκτήματα).
Επί του βιβλίου. Πραγματικά ο συγγραφέας καταφέρνει να μας μεταφέρει σε εκείνη την εποχή, όταν η ΕΤΑ μεσουρανούσε και ήταν σε πλήρη δράση. Προσπαθεί να μας δείξει την απέχθεια για τους Ισπανούς κάποιων από τους υποστηρικτές της αυτονόμησης, καθώς και την προσκόλληση και την τυφλή υποταγή τους στα όσα διέταζε η αρχηγεία της οργάνωσης. Προσωπικά πιστεύω ότι απέδωσε μια χαρά όσα ήθελε να μας πει, αποτύπωσε την κατάσταση χωρίς να κουράσει. 
Η ιστορία που διηγείται ο συγγραφέας είναι πολύ δυνατή. Μιλούν τα μέλη και των δύο οικογενειών που πρωταγωνιστούν (εννιά άτομα) με τις σελίδες να είναι μοιρασμένες περίπου στη μέση. Δεν υπάρχει κάποιος από τους ήρωες που να τον αντιπάθησα, γεγονός  που αποδεικνύει ότι έκανε καλή δουλειά ο συγγραφέας στην απόδοση των σκέψεων και των συναισθημάτων τους.
Αυτό όμως που μου άρεσε πιο πολύ από όλα είναι ο τρόπος γραφής του συγγραφέα. Ο ομιλητής αλλάζει σχεδόν σε κάθε κεφάλαιο, χωρίς να υπάρχει σημείωση για το ποιος μιλάει, όμως ήδη από τις πρώτες σειρές συνήθως αυτό ξεκαθαρίζει. Επίσης, στην ίδια πρόταση μπορεί να αλλάζει το πρόσωπο που μιλάει, ή να μένει η πρόταση ανολοκλήρωτη (για παράδειγμα: "Δεν τρόμαξε. Περίμενε επίσκεψη; Ναι και όχι, αφού υπέθετε πως αργά ή γρήγορα κάποιος, μάλλον κάποια, θα ερχόταν να χώσει τη μύτη της, να με ρωτήσει, να μάθει τις προθέσεις μου" ). Όχι, δεν είναι σαν το κονφιτέρ που με εκνεύρισε αφόρητα με τις χρονικές μεταφορές και αλλαγές του, όλα είναι ομαλά και αν εξαιρέσω τις δυο- τρεις πρώτες σελίδες που λίγο με ξένισε, στο τέλος τον αγάπησα πολύ τον τρόπο γραφής του.
Φοβόμουν ότι μπορεί να με κουράσει. Ότι μπορεί να πλατειάζει στα σημεία που θα αναφέρεται στις πολιτικές πεποιθήσεις των πρωταγωνιστών, αλλά τελικά αυτό έγινε τόσο επιγραμματικά που δεν με πείραξε. Και σίγουρα χαίρομαι που το διάβασα, αν μη τι άλλο επειδή γνώρισα έναν εξαιρετικό συγγραφέα. 

Βαθμολογία: 8/10

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου

Η ιστορία δύο πάλαι ποτέ στενά συνδεδεµένων οικογενειών, που κατασπαράχθηκαν µέχρι θανάτου, είναι η καρδιά της Πατρίδας του Αραµπούρου, που ανατέµνει τα γεγονότα τριάντα χρόνων στη Χώρα των Βάσκων, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 έως το 2011, όταν η εθνικιστική και αυτονοµιστική οργάνωση ΕΤΑ (Euskadi Ta Askatasuna) ανακοίνωσε την οριστική παύση της ένοπλης δράσης.

Την ηµέρα που η ΕΤΑ καταθέτει τα όπλα, η Μπιττόρι πηγαίνει στο νεκροταφείο για να ανακοινώσει στον άντρα της πως αποφάσισε να γυρίσει στο χωριό και στο σπίτι τους, που εκείνη εγκατέλειψε µετά τον θάνατό του. Θα καταφέρει να συµβιώσει µε όσους την παρενοχλούσαν πριν και µετά τη δολοφονική επίθεση που έφερε τα πάνω κάτω στη ζωή τη δική της και της οικογένειάς της; Θα καταφέρει να µάθει ποιος ήταν ο κουκουλοφόρος που µια βροχερή µέρα σκότωσε τον άντρα της, στον δρόµο για τη δουλειά του; Η παρουσία της Μπιττόρι θα διαταράξει την επιφανειακή ηρεµία του χωριού, κυρίως της γειτόνισσάς της, της Μίρεν, άλλοτε στενής φίλης της και µητέρας του Χόσε Μάρι, ενός φυλακισµένου τροµοκράτη και ύποπτου για τους χειρότερους φόβους της Μπιττόρι.

Τι συνέβη ανάµεσα σ’ εκείνες τις δύο γυναίκες; Τι δηλητηρίασε τη ζωή των παιδιών και των συζύγων τους, τόσο δεµένων στο παρελθόν;

Με τις συγκαλυµµένες ρήξεις και τις ακλόνητες πεποιθήσεις της, µε τις πληγές και τις παλικαριές της, η παράφορη ιστορία της ζωής τους πριν και µετά το χάσµα που άνοιξε ο θάνατος του Τσάτο µάς µιλάει για το ανέφικτο της λήθης και για την ανάγκη της συγχώρεσης σε µια κοινωνία διαιρεµένη από τον πολιτικό φανατισµό.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου